Άνευ στα ουκρανικά

Μετάφραση: άνευ, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
всередині, без
Άνευ στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άνευ

άνευ αποδοχών δημόσιο, άνευ βλάβης, άνευ αρχών, άνευ όρων, άνευ ετέρου, άνευ λεξικό γλώσσας ουκρανικά, άνευ στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • άνεση στα ουκρανικά - придатність, вигода, невимушеність, легкість, вбиральня, дружбою, спокій, ...
  • άνετος στα ουκρανικά - легкий, невимушений, легка, проста, спокійний, зручний, комфортабельний, ...
  • άνηθο στα ουκρανικά - кріп
  • άνθισμα στα ουκρανικά - квітування, красування, цвітіння, квітучий, квітуче, квітучу, цвіте, ...
Τυχαίες λέξεις
Άνευ στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: всередині, без