Άπληστος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: άπληστος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
жадния, лаком, алчни, алчен, алчна, ненаситен
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άπληστος
άπληστος στα αγγλικά, άπληστος αλγόριθμος, άπληστος ετυμολογία, άπληστος ορισμός, άπληστος αγγλικά, άπληστος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, άπληστος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- άπειρο στα βουλγαρικά - безкрайност, безкрайността, инфинити, безкрая, безкрай
- άπειρος στα βουλγαρικά - безграничния, неопитен, неопитни, неопитният, неопитна
- άπορος στα βουλγαρικά - бедняк, просяк, беден, сиромах
- άποψη στα βουλγαρικά - управление, вид, постановяване, мнение, изглед, гледка, оглед, ...
Τυχαίες λέξεις
Άπληστος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: жадния, лаком, алчни, алчен, алчна, ненаситен
Μεταφράσεις: жадния, лаком, алчни, алчен, алчна, ненаситен