Άπληστος στα τούρκικα
Μετάφραση: άπληστος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
açgözlü, hırslı, aç gözlü, greedy, açgözlü bir
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άπληστος
άπληστος στα αγγλικά, άπληστος αλγόριθμος, άπληστος ετυμολογία, άπληστος ορισμός, άπληστος αγγλικά, άπληστος λεξικό γλώσσας τούρκικα, άπληστος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- άπειρο στα τούρκικα - sonsuzluk, sonsuz, infinity, bir sonsuzluk, sonsuza
- άπειρος στα τούρκικα - sonsuz, sayısız, deneyimsiz, tecrübesiz, deneyimsiz bir, acemi
- άπορος στα τούρκικα - fakir, yoksul, pauper, dilencidir, yoksul degil
- άποψη στα τούρκικα - görünüm, perspektif, manzara, bakış, izlenim, görünüş, fikir, ...
Τυχαίες λέξεις
Άπληστος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: açgözlü, hırslı, aç gözlü, greedy, açgözlü bir
Μεταφράσεις: açgözlü, hırslı, aç gözlü, greedy, açgözlü bir