Ένσταση στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ένσταση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
възражение, възражения, възражението
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ένσταση
ένσταση ασεπ, ένσταση διαιρέσεως, ένσταση δίζησης, ένσταση απαραδέκτου, ένσταση συμψηφισμού, ένσταση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ένσταση στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ένορκος στα βουλγαρικά - съдебен заседател, заседател, журито, жури, заседателите
- ένοχος στα βουλγαρικά - обидчив, виновен, виновни, за виновен, виновна, вина
- ένταλμα στα βουλγαρικά - ордер, поръчителство, разрешително, гаранция, заповед, заповед за
- ένταξη στα βουλγαρικά - достъп, присъединяване, присъединяването, присъединяването на, присъединяване към
Τυχαίες λέξεις
Ένσταση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: възражение, възражения, възражението
Μεταφράσεις: възражение, възражения, възражението