Έπειτα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: έπειτα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
след, след това, тогава, после, след което
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έπειτα
έπειτα συνώνυμα, έπειτα από, έπειτα από 120 χρόνια ελεύθερησ ζωήσ είμεθα πάλι σκλάβοι, έπειτα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, έπειτα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- έπαρση στα βουλγαρικά - самомнение, самонадеяност, високомерие, тщеславие, самонадеяността
- έπαυλη στα βουλγαρικά - вила, вилна, къща, вилната
- έπεσα στα βουλγαρικά - паднах, аз паднах, Тогава аз паднах, се влюбих, изпаднах
- έπιπλα στα βουλγαρικά - обзавеждане, мебели, мебел, седене, за седене, седене в
Τυχαίες λέξεις
Έπειτα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: след, след това, тогава, после, след което
Μεταφράσεις: след, след това, тогава, после, след което