Έφορος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: έφορος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
попечител, кустос, куратор, уредник, кураторски
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έφορος
έφορος εκλογών, έφορος ταμείων προνοίας, έφορος δικαστικών αντιπροσώπων τηλέφωνα, έφορος σωματείων, έφορος εκλογών 2014, έφορος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, έφορος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- έφεση στα βουλγαρικά - просяха, обжалване, обжалваното, жалба, жалбата, обжалването
- έφηβος στα βουλγαρικά - юноша, юношески, юношеска, на подрастващите, юношеското
- έφυγα στα βουλγαρικά - Оставих, напуснах, Тръгнах, си тръгнах, да тръгна
- έχε στα βουλγαρικά - имам, Има, Имате, Имат, Имат ли
Τυχαίες λέξεις
Έφορος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: попечител, кустос, куратор, уредник, кураторски
Μεταφράσεις: попечител, кустос, куратор, уредник, кураторски