Έφορος στα ολλανδικά

Μετάφραση: έφορος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
curator, conservator, beheerder
Έφορος στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έφορος

έφορος εκλογών, έφορος ταμείων προνοίας, έφορος δικαστικών αντιπροσώπων τηλέφωνα, έφορος σωματείων, έφορος εκλογών 2014, έφορος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, έφορος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • έφεση στα ολλανδικά - appelleren, beroep, rechtsmiddel, hoger beroep, hogere voorziening, hogere, aantrekkingskracht
  • έφηβος στα ολλανδικά - jeugdig, puber, tiener, adolescent, adolescente, adolescenten, adolescentie
  • έφυγα στα ολλανδικά - links, linker, ik verliet, ik liet, ik vertrok, ik wegging, verliet ik
  • έχε στα ολλανδικά - accepteren, ontvangen, krijgen, genieten, hebben, dienen, zullen, ...
Τυχαίες λέξεις
Έφορος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: curator, conservator, beheerder