Έφορος στα δανικά
Μετάφραση: έφορος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
kurator, museumsinspektør, curator, museumsinspektøren, kuratoren
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έφορος
έφορος εκλογών, έφορος ταμείων προνοίας, έφορος δικαστικών αντιπροσώπων τηλέφωνα, έφορος σωματείων, έφορος εκλογών 2014, έφορος λεξικό γλώσσας δανικά, έφορος στα δανικά
Μεταφράσεις
- έφεση στα δανικά - appel, appellen, klage, klagen, appelsag
- έφηβος στα δανικά - adolescent, unge, teenager, teenagers, unges
- έφυγα στα δανικά - venstre, jeg, I
- έχε στα δανικά - få, modtage, eje, har, have, har du, Tag
Τυχαίες λέξεις
Έφορος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: kurator, museumsinspektør, curator, museumsinspektøren, kuratoren
Μεταφράσεις: kurator, museumsinspektør, curator, museumsinspektøren, kuratoren