Αβαείο στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αβαείο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
абатство, Abbey, Аби, Манастир, абатството
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αβαείο
αβαείο του μον σεν μισέλ, αβαείο του thelema cefalu σικελία ιταλία, αβαείο ηλιουπολη, αβαείο βόλος, αβαείο του thelema, αβαείο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αβαείο στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αβάκιο στα βουλγαρικά - абака, абак, Abacus, сметало, Абакус
- αβέβαιος στα βουλγαρικά - несигурен, несигурно, несигурни, несигурна, сигурно
- αβεβαιότητα στα βουλγαρικά - несигурност, несигурността, неопределеност, неопределеността
- αβλεψία στα βουλγαρικά - надзор, контрол, надзор на, надзор върху
Τυχαίες λέξεις
Αβαείο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: абатство, Abbey, Аби, Манастир, абатството
Μεταφράσεις: абатство, Abbey, Аби, Манастир, абатството