Αγνότητα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αγνότητα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
целунат, целомъдрие, целомъдрието, непорочност, непорочността
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγνότητα
αγνότητα συνώνυμο, αγνότητα συνώνυμα, αγνότητα αγγλικα, αγνότητα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αγνότητα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αγνοών στα βουλγαρικά - незнаещ, неволен, неволната, нищо неподозиращ, несъзнателен
- αγνός στα βουλγαρικά - чист, чиста, чисто, чисти, чистата
- αγορά στα βουλγαρικά - покупка, дело, пазар, пазарен, на пазара, пазарна, пазарната
- αγοράζω στα βουλγαρικά - покупка, купувам, купите, купуват, купя, закупите
Τυχαίες λέξεις
Αγνότητα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: целунат, целомъдрие, целомъдрието, непорочност, непорочността
Μεταφράσεις: целунат, целомъдрие, целомъдрието, непорочност, непорочността