Αγνότητα στα ουκρανικά
Μετάφραση: αγνότητα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
невинність, помірність, цнотливість, строгість, цнотливості, цноту, цнота
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγνότητα
αγνότητα συνώνυμο, αγνότητα συνώνυμα, αγνότητα αγγλικα, αγνότητα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αγνότητα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- αγνοών στα ουκρανικά - неосвічений, необізнаний, недосвідчений, мимовільний, невільний, мимовільне
- αγνός στα ουκρανικά - строгий, чистий, простої, простий, невинний, чисте, чиста
- αγορά στα ουκρανικά - продажний, угода, роздавати, маркери, поводження, завдавати, ринок, ...
- αγοράζω στα ουκρανικά - купувати, купити, купіться, продажний, придбати, купить
Τυχαίες λέξεις
Αγνότητα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: невинність, помірність, цнотливість, строгість, цнотливості, цноту, цнота
Μεταφράσεις: невинність, помірність, цнотливість, строгість, цнотливості, цноту, цнота