Αγνότητα στα δανικά

Μετάφραση: αγνότητα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
kyskhed, ærbarhed, kyskhedsloven, dyd
Αγνότητα στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγνότητα

αγνότητα συνώνυμο, αγνότητα συνώνυμα, αγνότητα αγγλικα, αγνότητα λεξικό γλώσσας δανικά, αγνότητα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αγνοών στα δανικά - uafvidende, uvidende, ubevidst, intetanende, ufrivillig
  • αγνός στα δανικά - ren, rent, rene, pure
  • αγορά στα δανικά - marked, købe, køb, indkøb, torv, markedet, markedets, ...
  • αγοράζω στα δανικά - indkøb, købe, køb, køber, at købe, indkøbe
Τυχαίες λέξεις
Αγνότητα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: kyskhed, ærbarhed, kyskhedsloven, dyd