Αιτών στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αιτών, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
кандидат, заявител, жалбоподател, запитващия
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αιτών
αιτών αιτούσα αιτούν, αιτών ή αιτούμενοσ, αιτών κλίση, αιτών άσυλο, ο αιτών, αιτών λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αιτών στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αιτούμαι στα βουλγαρικά - С настоящото, се, настоящото, настоящото се, тук
- αιτώ στα βουλγαρικά - постулат, ако искате да заявите, желаете да получите, искате да подадете заявка
- αιφνίδιος στα βουλγαρικά - внезапен, внезапно, внезапна, изведнъж, внезапното
- αιφνιδιαστικά στα βουλγαρικά - внезапно, неочаквано, неочаквано се, изненадващо
Τυχαίες λέξεις
Αιτών στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: кандидат, заявител, жалбоподател, запитващия
Μεταφράσεις: кандидат, заявител, жалбоподател, запитващия