Αλεπού στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αλεπού, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
лисица, лисица'^, Fox, Фокс, лисицата, лисици
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αλεπού
αλεπού fennec, αλεπού ζουζούνια, αλεπού κατοικίδιο, αλεπού ονειροκρίτης, αλεπού και λελέκι, αλεπού λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αλεπού στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αλγεινός στα βουλγαρικά - болезнен, мъчителен, болезнено, болезнена, болезнени
- αλεξίπτωτο στα βουλγαρικά - парашут, парашута, парашутни, парашутна, с парашут
- αλεύρι στα βουλγαρικά - брашно, брашното, брашна, на брашно
- αληθής στα βουλγαρικά - правда, вярно, истински, истинската, истинския
Τυχαίες λέξεις
Αλεπού στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: лисица, лисица'^, Fox, Фокс, лисицата, лисици
Μεταφράσεις: лисица, лисица'^, Fox, Фокс, лисицата, лисици