Αλεπού στα ιταλικά
Μετάφραση: αλεπού, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
volpe, Fox, di volpe, della volpe, volpi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αλεπού
αλεπού fennec, αλεπού ζουζούνια, αλεπού κατοικίδιο, αλεπού ονειροκρίτης, αλεπού και λελέκι, αλεπού λεξικό γλώσσας ιταλικά, αλεπού στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- αλγεινός στα ιταλικά - doloroso, dolente, penoso, dolorosa, dolorose, dolorosi, dolore
- αλεξίπτωτο στα ιταλικά - paracadute, parachute, il paracadute, paracadute di, di paracadute
- αλεύρι στα ιταλικά - farina, farina di, farine, la farina, di farina
- αληθής στα ιταλικά - vero, reale, vera, true, vere
Τυχαίες λέξεις
Αλεπού στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: volpe, Fox, di volpe, della volpe, volpi
Μεταφράσεις: volpe, Fox, di volpe, della volpe, volpi