Αλκαλικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αλκαλικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
алкален, алкална, алкални, алкално, алкалната
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αλκαλικός
αλκαλικός οργανισμός, αλκαλικός χαρακτήρας, αλκαλικός ορισμός, αλκαλικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αλκαλικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αληθοφανής στα βουλγαρικά - правдоподобен, вероятен, правдоподобно, правдоподобни, правдоподобна
- αλησμόνητος στα βουλγαρικά - незабравим, незабравима, незабравимо, Вашия незабравим, комфортния
- αλκοολικός στα βουλγαρικά - алкохолик, алкохолен, алкохолно, алкохолна, алкохолното
- αλκοολισμός στα βουλγαρικά - пиянство, алкохолизъм, алкохолизма, алкохолизмът, на алкохолизъм
Τυχαίες λέξεις
Αλκαλικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: алкален, алкална, алкални, алкално, алкалната
Μεταφράσεις: алкален, алкална, алкални, алкално, алкалната