Αλκαλικός στα ουκρανικά
Μετάφραση: αλκαλικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
лужний, лужної, лужному, лужною, лужного
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αλκαλικός
αλκαλικός οργανισμός, αλκαλικός χαρακτήρας, αλκαλικός ορισμός, αλκαλικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αλκαλικός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- αληθοφανής στα ουκρανικά - імовірність, правдоподібність, ймовірність, правдоподібно, правдоподібне, правдоподібним
- αλησμόνητος στα ουκρανικά - автобіографії, незабутній, незабутнє, незабутню
- αλκοολικός στα ουκρανικά - алкоголік, заспиртований, алкогольний
- αλκοολισμός στα ουκρανικά - алкоголізм, алкоголизм
Τυχαίες λέξεις
Αλκαλικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: лужний, лужної, лужному, лужною, лужного
Μεταφράσεις: лужний, лужної, лужному, лужною, лужного