Αλκαλικός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: αλκαλικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
шчолачны, шчолачнай, шчолачным, Шчолачныя
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αλκαλικός
αλκαλικός οργανισμός, αλκαλικός χαρακτήρας, αλκαλικός ορισμός, αλκαλικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αλκαλικός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αληθοφανής στα λευκορωσικά - праўдападобна, праўдзіва
- αλησμόνητος στα λευκορωσικά - незабыўны, незабыўнае, незабываемый
- αλκοολικός στα λευκορωσικά - алкагольны
- αλκοολισμός στα λευκορωσικά - алкагалізм, алькагалізм
Τυχαίες λέξεις
Αλκαλικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: шчолачны, шчолачнай, шчолачным, Шчолачныя
Μεταφράσεις: шчолачны, шчолачнай, шчолачным, Шчолачныя