Αμμώδης στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αμμώδης, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пясъчен, пясъчния, пясъчни, пясъчна, песъчлива
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμμώδης
αμμώδης λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αμμώδης στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αμμόλιθος στα βουλγαρικά - пясъчник, пясъчници, от пясъчник
- αμμόλοφος στα βουλγαρικά - дюна, Dune, Дюн, дюната
- αμνησία στα βουλγαρικά - амнезия, амнезията, загубване на паметта
- αμνηστία στα βουλγαρικά - амнистия, Амнести, амнистията, за амнистия
Τυχαίες λέξεις
Αμμώδης στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: пясъчен, пясъчния, пясъчни, пясъчна, песъчлива
Μεταφράσεις: пясъчен, пясъчния, пясъчни, пясъчна, песъчлива