Αμπέλι στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αμπέλι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
лозе, лозето, лозя, лозята, лозарския
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμπέλι
αμπέλι παροιμίες, αμπέλι μου πλατύφυλλο, αμπέλι vqprd, αμπέλι αειθαλές, αμπέλι καλλιέργεια, αμπέλι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αμπέλι στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αμοιβαίος στα βουλγαρικά - общ, взаимен, взаимно, взаимното, взаимна, взаимната
- αμπάρι στα βουλγαρικά - запазвам, трюм, държа, задръжте, държи, държат, притежават
- αμυγδαλή στα βουλγαρικά - амигдала, амигдалата, амигдалово, на амигдала
- αμυδρά στα βουλγαρικά - скептичен, блед, неясен, затъмни, затъмните
Τυχαίες λέξεις
Αμπέλι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: лозе, лозето, лозя, лозята, лозарския
Μεταφράσεις: лозе, лозето, лозя, лозята, лозарския