Ανανέωση στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ανανέωση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
подновяване, обновяване, подновяването, обновление, обновяването
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανανέωση
ανανέωση ταυτότητας, ανανέωση cosmote, ανανέωση διπλώματος οδήγησης τιμη, ανανέωση διπλώματος, ανανέωση βιβλιαρίου ικα 2014, ανανέωση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ανανέωση στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αναμφισβήτητα στα βουλγαρικά - безспорно, неоспоримо, несъмнено, безспорно е, безспорен
- αναμόρφωση στα βουλγαρικά - преобразование, реформация, реформиране, преобразуване, реформа, преобразуване на
- ανανεώνω στα βουλγαρικά - опресняване, Обновяване, на опресняване, Refresh, на обновяване
- ανανεώσιμος στα βουλγαρικά - възобновяема, възобновяемата, възобновяеми, от възобновяеми, възобновяеми източници
Τυχαίες λέξεις
Ανανέωση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: подновяване, обновяване, подновяването, обновление, обновяването
Μεταφράσεις: подновяване, обновяване, подновяването, обновление, обновяването