Ανεμοδαρμένος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ανεμοδαρμένος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ветровитата, ветровита, ветровитите, ветровития, брулена от вятъра
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανεμοδαρμένος
ανεμοδαρμένοσ αγγλικα, ανεμοδαρμένος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ανεμοδαρμένος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ανελέητος στα βουλγαρικά - непримирим, прощава, непростителен, непримирими, непрощаващ
- ανεμιστήρας στα βουλγαρικά - вентилатор, фен, вентилатора, на вентилатора, почитател
- ανεμοδείκτης στα βουλγαρικά - дюлгер, перка, ветропоказател, визьор, крилчат, лопатков
- ανεμοθύελλα στα βουλγαρικά - буря, бурен вятър, на буря, ветрена буря, вихрушка
Τυχαίες λέξεις
Ανεμοδαρμένος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: ветровитата, ветровита, ветровитите, ветровития, брулена от вятъра
Μεταφράσεις: ветровитата, ветровита, ветровитите, ветровития, брулена от вятъра