Ανεπάρκεια στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ανεπάρκεια, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
недостиг, недостатъчност
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανεπάρκεια
ανεπάρκεια μιτροειδούς βαλβίδας, ανεπάρκεια καρδιάς, ανεπάρκεια g6pd, ανεπάρκεια επινεφριδίων, ανεπάρκεια τραχήλου, ανεπάρκεια λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ανεπάρκεια στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ανεξάρτητος στα βουλγαρικά - независим, независима, независимо, независими, независимия
- ανεξαρτησία στα βουλγαρικά - независимост, независимостта, независимостта на, независимост на, на независимостта
- ανεπίσημος στα βουλγαρικά - неформален, неофициален, неформална, неформалната, неформално
- ανεπηρέαστος στα βουλγαρικά - незасегнат, незасегнати, незасегната, повлиява, влияе
Τυχαίες λέξεις
Ανεπάρκεια στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: недостиг, недостатъчност
Μεταφράσεις: недостиг, недостатъчност