Αντέχω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αντέχω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
стойка, щанд, стоя, поставка, понасям
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντέχω
αντέχω τάνια κικίδη στιχοι, αντέχω αγγλικά, αντέχω ησαίας ματιάμπα στιχοι, αντέχω συνώνυμα, αντέχω πολύ, αντέχω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αντέχω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ανοχή στα βουλγαρικά - толерантност, толеранс, търпимост, толерантността, отклонение
- ανούσιος στα βουλγαρικά - отвратителен, неприятна, неприятен, неприятни, противен
- αντήχηση στα βουλγαρικά - ехо, за реверберация, отекване, ехтене, отражение
- αντίβαρο στα βουλγαρικά - противовес, противотежест, противотежестта, балансьор
Τυχαίες λέξεις
Αντέχω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: стойка, щанд, стоя, поставка, понасям
Μεταφράσεις: стойка, щанд, стоя, поставка, понасям