Αντέχω στα λιθουανικά
Μετάφραση: αντέχω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kentėti, stovėti, stendas, stovi, atsistoti, išsiskirti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντέχω
αντέχω τάνια κικίδη στιχοι, αντέχω αγγλικά, αντέχω ησαίας ματιάμπα στιχοι, αντέχω συνώνυμα, αντέχω πολύ, αντέχω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αντέχω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ανοχή στα λιθουανικά - tolerancija, tolerancijos, nuokrypis, toleranciją, leistinas nuokrypis
- ανούσιος στα λιθουανικά - neskanus, beskonis, beskonį dalyką, nemalonus, bjaurus
- αντήχηση στα λιθουανικά - aidas, atgarsis, aidėjimas, aidesys, atsimušimas
- αντίβαρο στα λιθουανικά - atsvara, atsvaras, atsvaros, counterweight, atsvarą
Τυχαίες λέξεις
Αντέχω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kentėti, stovėti, stendas, stovi, atsistoti, išsiskirti
Μεταφράσεις: kentėti, stovėti, stendas, stovi, atsistoti, išsiskirti