Αντίκρισμα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αντίκρισμα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
сигурност, полезно, струва, заслужава, си заслужава, си струва
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντίκρισμα
έχει αντίκρισμα, αντίκρισμα english, αντίκρισμα συνώνυμο, αντίκρισμα σημασια, αντίκρισμα σε χρυσό, αντίκρισμα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αντίκρισμα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αντίθετο στα βουλγαρικά - антоним, срещу, противоположен, обратен, противоположната, противоположния
- αντίθετος στα βουλγαρικά - противопоставя, за разлика, противопостави, противовес, разлика
- αντίκρουση στα βουλγαρικά - опровержение, контрааргументи, опровергаване, опровержения, оборването
- αντίκτυπο στα βουλγαρικά - въздействие, влияние, въздействието, на въздействието, отражение
Τυχαίες λέξεις
Αντίκρισμα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: сигурност, полезно, струва, заслужава, си заслужава, си струва
Μεταφράσεις: сигурност, полезно, струва, заслужава, си заслужава, си струва