Αϋπνία στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αϋπνία, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
безсъние, инсомния, безсънието
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αϋπνία
αϋπνία θεραπεία, αϋπνία σύμπτωμα εγκυμοσύνησ, αϋπνία επέλευσης, αυπνία αιτίες, αϋπνία μωρού, αϋπνία λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αϋπνία στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αψηφώ στα βουλγαρικά - подигравка, чип, спъвам, укор, презрително отношение
- αψιμαχία στα βουλγαρικά - престрелка, схватка, сблъскване, схватки, схватката
- αόρατος στα βουλγαρικά - невидим, невидима, невидими, невидимо, невидимата
- αόριστα στα βουλγαρικά - хлабаво, свободно, слабо, неточно, неопределено
Τυχαίες λέξεις
Αϋπνία στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: безсъние, инсомния, безсънието
Μεταφράσεις: безсъние, инсомния, безсънието