Βάθρο στα βουλγαρικά
Μετάφραση: βάθρο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
основание, основа, пиедестал, постамент, пиедестала, поставка
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βάθρο
βάθρο γέφυρας, βάθρο του αγρίππα, βάθρο english, τριγωνομετρικό βάθρο, βάθρο συνώνυμο, βάθρο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, βάθρο στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- βάζω στα βουλγαρικά - вставка, магазин, краста, слагам, постави, сложи, изведе, ...
- βάθος στα βουλγαρικά - дълбочина, задълбочено, задълбочен, дълбочината, задълбочени
- βάλτος στα βουλγαρικά - болото, блато, Марш, Marsh, блатна, блатото
- βάμμα στα βουλγαρικά - тинктура, тинктура от, настойка, тинктурата
Τυχαίες λέξεις
Βάθρο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: основание, основа, пиедестал, постамент, пиедестала, поставка
Μεταφράσεις: основание, основа, пиедестал, постамент, пиедестала, поставка