Βερνικώνω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: βερνικώνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
лак, глеч, полиране, полски, за нокти, полски език
Βερνικώνω στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βερνικώνω

βερνικώνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, βερνικώνω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • βερμούτ στα βουλγαρικά - вермут, Вермути, вермута, вермутите, вермут от
  • βερνίκι στα βουλγαρικά - полски, лак, лакове, лак за
  • βηματίζω στα βουλγαρικά - шап, крача, обикалям, крачка, крачи, вървя с големи крачки
  • βιάζομαι στα βουλγαρικά - бързам, побързайте, бързаме, побързаме, побързай
Τυχαίες λέξεις
Βερνικώνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: лак, глеч, полиране, полски, за нокти, полски език