Διαπραγματεύομαι στα βουλγαρικά

Μετάφραση: διαπραγματεύομαι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
преговарям, разисквам, Парли, Parley, преговори
Διαπραγματεύομαι στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαπραγματεύομαι

διαπραγματεύομαι ορισμος, διαπραγματεύομαι λεξικο, διαπραγματεύομαι συνώνυμα, διαπραγματεύομαι in english, διαπραγματεύομαι αγγλικα, διαπραγματεύομαι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, διαπραγματεύομαι στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • διαπραγμάτευση στα βουλγαρικά - договаряне, преговори, преговорите, преговорния, на преговори
  • διαπραγματευτής στα βουλγαρικά - посредник, преговарящ, преговарящ на, преговарящ за, преговарящ по
  • διαπρεπής στα βουλγαρικά - превъзходен, виден, отличен, Този превъзходен, изтъкнатата
  • διαρκής στα βουλγαρικά - упорния, постоянен, постоянно, постоянна, константа, непрекъснато
Τυχαίες λέξεις
Διαπραγματεύομαι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: преговарям, разисквам, Парли, Parley, преговори