Εναρμονίζω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: εναρμονίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
хармонизира, хармонизират, хармонизиране, хармонизиране на, се хармонизират
Εναρμονίζω στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εναρμονίζω

εναρμονίζω συνώνυμα, εναρμονίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εναρμονίζω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • εναντιώνομαι στα βουλγαρικά - противопоставя, противопоставят, противопостави, се противопостави, се противопоставят
  • εναργής στα βουλγαρικά - ярък, ярки, живо, живи, жив
  • ενασχόληση στα βουλγαρικά - игра, окупация, професия, занятие, занимание, професиите
  • ενδέκατος στα βουλγαρικά - единадесет, единадесети, единадесетия, единадесетата, единадесето, единадесетото
Τυχαίες λέξεις
Εναρμονίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: хармонизира, хармонизират, хармонизиране, хармонизиране на, се хармонизират