Επίδεσμος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: επίδεσμος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
превръзка, бинт, бандаж, превръзката
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίδεσμος
επίδεσμος σε μορφή σπρέι, επίδεσμος αγκώνα, επίδεσμος καρπού, επίδεσμος αστραγάλου, επίδεσμος αράχνη, επίδεσμος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, επίδεσμος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- επίγονος στα βουλγαρικά - потомък, наследник, потомка, низходящ, потомство
- επίδειξη στα βουλγαρικά - доказателство, демонстрация, демонстриране, демонстрационен, доказване
- επίδομα στα βουλγαρικά - концесия, субсидия, отстъпка, толеранс, квоти, с квоти, квоти за
- επίδραση στα βουλγαρικά - удар, ефект, сила, действие, въздействие, считано
Τυχαίες λέξεις
Επίδεσμος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: превръзка, бинт, бандаж, превръзката
Μεταφράσεις: превръзка, бинт, бандаж, превръзката