Επιβραδύνω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: επιβραδύνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
забавям, спъвам, ретард, кретен, забавящия
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιβραδύνω
επιβραδύνω συνώνυμα, επιβραδύνω συνωνυμο, επιβραδύνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, επιβραδύνω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- επιβλητικός στα βουλγαρικά - налагане, за налагане, за налагане на, налагане на, налагането
- επιβολή στα βουλγαρικά - изпълнение, прилагане, изпълнението, прилагането, правоприлагане
- επιγράφω στα βουλγαρικά - вписвам, посвещавам, впише, се впише, изписва
- επιγραφή στα βουλγαρικά - надпис, вписване, изписване, изписване на
Τυχαίες λέξεις
Επιβραδύνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: забавям, спъвам, ретард, кретен, забавящия
Μεταφράσεις: забавям, спъвам, ретард, кретен, забавящия