Επώαση στα βουλγαρικά
Μετάφραση: επώαση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
мътене, инкубация, инкубиране, инкубационен, инкубацията, инкубирането
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επώαση
επώαση αυγών καναρινιών, επώαση ορισμός, επώαση - εκκόλαψη, επώαση αυγών περιστεριών, επώαση ασθένειας, επώαση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, επώαση στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- επόμενος στα βουλγαρικά - до, следващата, следващия, следващото, следваща
- επόπτης στα βουλγαρικά - инспектор, ръководител, контрольор, началник, надзорник, на надзорник
- ερασιτέχνης στα βουλγαρικά - любителски, аматьор, любител, аматьорски, любителска
- ερασιτεχνικός στα βουλγαρικά - hammy
Τυχαίες λέξεις
Επώαση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: мътене, инкубация, инкубиране, инкубационен, инкубацията, инкубирането
Μεταφράσεις: мътене, инкубация, инкубиране, инкубационен, инкубацията, инкубирането