Επώαση στα ισλανδικά

Μετάφραση: επώαση, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
meðgöngutími, inkubering, inkúberingar, inkúberingu, inkúberíngu
Επώαση στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επώαση

επώαση αυγών καναρινιών, επώαση ορισμός, επώαση - εκκόλαψη, επώαση αυγών περιστεριών, επώαση ασθένειας, επώαση λεξικό γλώσσας ισλανδικά, επώαση στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • επόμενος στα ισλανδικά - næst, næstur, næsta, hliðina, næstu, við hliðina, á næsta
  • επόπτης στα ισλανδικά - umsjónarmaður, Leiðbeinandi, leiðbeinanda, Umsjónarkennari, umsjónarkennara
  • ερασιτέχνης στα ισλανδικά - áhugamaður, Áhugamenn, Áhugaspilari, Fullorðin, flokknum
  • ερασιτεχνικός στα ισλανδικά - áhugamaður, hammy
Τυχαίες λέξεις
Επώαση στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: meðgöngutími, inkubering, inkúberingar, inkúberingu, inkúberíngu