Θώκος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: θώκος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
офис, рокля, роклята, халат, рокля на
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θώκος
ο θώκος, υπουργικός θώκος, θώκος σημαίνει, οικολογικόσ θώκοσ, θώκος ορισμός, θώκος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, θώκος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- θύμα στα βουλγαρικά - жертва, рок, жертвата, жертвите, жертви, на жертвите
- θύρα στα βουλγαρικά - врата, вратата, врати, на вратата
- ιαγουάρος στα βουλγαρικά - ягуар, Jaguar, ягуара, на Jaguar, на ягуар
- ιατρείο στα βουλγαρικά - хирургия, диспансер, Диспансери, диспансерно, диспансеризация, диспансеризацията
Τυχαίες λέξεις
Θώκος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: офис, рокля, роклята, халат, рокля на
Μεταφράσεις: офис, рокля, роклята, халат, рокля на