Θώκος στα ισλανδικά
Μετάφραση: θώκος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
afgreiða, gown, skírnarkjól, skírnarkjóll, skírnarkjóll og
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θώκος
ο θώκος, υπουργικός θώκος, θώκος σημαίνει, οικολογικόσ θώκοσ, θώκος ορισμός, θώκος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, θώκος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- θύμα στα ισλανδικά - fórnarlamb, fórnarlambið, velli
- θύρα στα ισλανδικά - hlið, dyr, dyrnar, hurð, hurðin, húsi
- ιαγουάρος στα ισλανδικά - Jagúar, Jaguar, Jagúar að
- ιατρείο στα ισλανδικά - dispensary
Τυχαίες λέξεις
Θώκος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: afgreiða, gown, skírnarkjól, skírnarkjóll, skírnarkjóll og
Μεταφράσεις: afgreiða, gown, skírnarkjól, skírnarkjóll, skírnarkjóll og