Κέντημα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κέντημα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
кур, острие, хуй, бродерия, бродиране, бродерии, за бродиране, бродиращата
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κέντημα
κέντημα σε ρούχα, κέντημα αγγλικά, κέντημα στα αγγλικά, κέντημα με χάντρες, κέντημα σε καμβά, κέντημα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κέντημα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κέικ στα βουλγαρικά - торта, тортата, кейк, пита, сладкиш
- κέλυφος στα βουλγαρικά - раковина, черупка, обвивка, черупки, черупката, корпус
- κέντρισμα στα βουλγαρικά - шпора, стимул, цилиндричното, цилиндрично зъбно, цилиндрични зъбни
- κέντρο στα βουλγαρικά - център, центъра, центъра на, център за
Τυχαίες λέξεις
Κέντημα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: кур, острие, хуй, бродерия, бродиране, бродерии, за бродиране, бродиращата
Μεταφράσεις: кур, острие, хуй, бродерия, бродиране, бродерии, за бродиране, бродиращата