Καλαμάκι στα βουλγαρικά

Μετάφραση: καλαμάκι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
солова, слама, сламата, сламена, сламка
Καλαμάκι στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καλαμάκι

καλαμάκι μου, καλαμάκι ζυμαράκι, καλαμάκι κοτόπουλο θερμίδες, καλαμάκι γωνία, καλαμάκι του χωριού, καλαμάκι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, καλαμάκι στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • καλάμι στα βουλγαρικά - тръстика, тръстиката, камъш, от тръстика, тръстиковите
  • καλέμι στα βουλγαρικά - резец, длето, секач, на секача, скулптура
  • καλαμιές στα βουλγαρικά - тръстики, тръстика, тръстиките, тръстиката, бърдата
  • καλαμπόκι στα βουλγαρικά - царевица, царевичен, царевично, жито, царевицата
Τυχαίες λέξεις
Καλαμάκι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: солова, слама, сламата, сламена, сламка