Καλαμάκι στα εσθονικά
Μετάφραση: καλαμάκι, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kõrs, põhk, õlekõrs, õled, õlgedest, põhu, õlgede
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καλαμάκι
καλαμάκι μου, καλαμάκι ζυμαράκι, καλαμάκι κοτόπουλο θερμίδες, καλαμάκι γωνία, καλαμάκι του χωριού, καλαμάκι λεξικό γλώσσας εσθονικά, καλαμάκι στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- καλάμι στα εσθονικά - ronima, roog, pilliroog, pilliroo, pilliroogu, pilliroost, reed
- καλέμι στα εσθονικά - peitel, peitli, meisli, meisel, chisel
- καλαμιές στα εσθονικά - pilliroog, pilliroo, pilliroogu, roostikud, roostikus
- καλαμπόκι στα εσθονικά - mais, vili, konnasilm, maisi, corn, terad
Τυχαίες λέξεις
Καλαμάκι στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kõrs, põhk, õlekõrs, õled, õlgedest, põhu, õlgede
Μεταφράσεις: kõrs, põhk, õlekõrs, õled, õlgedest, põhu, õlgede