Κελί στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κελί, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
клетка, клетъчна, клетъчната, клетъчен, клетъчно
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κελί
κελί 218, κελί 33 στίχοι, κελί μπρουκ, κελί από χρυσάφι, κελλυ κελεκιδου ηλικια, κελί λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κελί στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κειμήλιο στα βουλγαρικά - скъпоценен камък, бижу, перла, перлата
- κελάρι στα βουλγαρικά - погреб, изба, мазе, килер, избено помещение, маза
- κελαρύζω στα βουλγαρικά - раба, мах, замах, свистене, бия с пръчка, махам шумно
- κενοδοξία στα βουλγαρικά - суета, тоалетка, суетата, суетност
Τυχαίες λέξεις
Κελί στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: клетка, клетъчна, клетъчната, клетъчен, клетъчно
Μεταφράσεις: клетка, клетъчна, клетъчната, клетъчен, клетъчно