Κελί στα ουκρανικά
Μετάφραση: κελί, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
клітка, фотоелемент, клітина, осередок, камера, клітинка, клетка, клітини
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κελί
κελί 218, κελί 33 στίχοι, κελί μπρουκ, κελί από χρυσάφι, κελλυ κελεκιδου ηλικια, κελί λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κελί στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κειμήλιο στα ουκρανικά - спадщина, коштовність, дорогоцінність, скарб
- κελάρι στα ουκρανικά - підвал, склеп, погріб, льоха, льох, похоронив, погреб, ...
- κελαρύζω στα ουκρανικά - лепет, белькотати, отой, той, свист, посвист
- κενοδοξία στα ουκρανικά - марність, метушня, суєтність, суєта, марнославство, пихатість, пиха
Τυχαίες λέξεις
Κελί στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: клітка, фотоелемент, клітина, осередок, камера, клітинка, клетка, клітини
Μεταφράσεις: клітка, фотоелемент, клітина, осередок, камера, клітинка, клетка, клітини