Κελαρύζω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: κελαρύζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
раба, мах, замах, свистене, бия с пръчка, махам шумно
Κελαρύζω στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κελαρύζω

κελαρύζω τι σημαινει, κελαρύζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κελαρύζω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • κελάρι στα βουλγαρικά - погреб, изба, мазе, килер, избено помещение, маза
  • κελί στα βουλγαρικά - клетка, клетъчна, клетъчната, клетъчен, клетъчно
  • κενοδοξία στα βουλγαρικά - суета, тоалетка, суетата, суетност
  • κεντρί στα βουλγαρικά - жабо, ужилване, жило, при ужилване, при ужилване от, уязвявам
Τυχαίες λέξεις
Κελαρύζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: раба, мах, замах, свистене, бия с пръчка, махам шумно