Κελαρύζω στα ολλανδικά
Μετάφραση: κελαρύζω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ritselen, zwiepen, ruisen, suizen, swish
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κελαρύζω
κελαρύζω τι σημαινει, κελαρύζω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κελαρύζω στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- κελάρι στα ολλανδικά - kelder, de kelder, wijnkelder, kelder van, In de kelder
- κελί στα ολλανδικά - cachot, cel, mobiele, cellen, cell
- κενοδοξία στα ολλανδικά - vruchteloosheid, ijdelheid, nietigheid, wastafel, vanity, make, toilettafel
- κεντρί στα ολλανδικά - priemen, steken, prikken, pikken, angel, steek, prikkel, ...
Τυχαίες λέξεις
Κελαρύζω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: ritselen, zwiepen, ruisen, suizen, swish
Μεταφράσεις: ritselen, zwiepen, ruisen, suizen, swish