Κελαρύζω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: κελαρύζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
моден, размах, педераст, елегантен
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κελαρύζω
κελαρύζω τι σημαινει, κελαρύζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, κελαρύζω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- κελάρι στα σλαβομακεδονικά - визбата, визба, подрум, подрумски, подрумот
- κελί στα σλαβομακεδονικά - ќелијата, мобилен, ќелија, клетка, клетки, клетката
- κενοδοξία στα σλαβομακεδονικά - суета, суетата, суетност, суети
- κεντρί στα σλαβομακεδονικά - Стинг, осилото, операција, убод, Акцијата
Τυχαίες λέξεις
Κελαρύζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: моден, размах, педераст, елегантен
Μεταφράσεις: моден, размах, педераст, елегантен