Κολοκύθα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κολοκύθα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
тиква, тиквени, тиквено, тиквата, от тиква
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολοκύθα
κολοκύθα σπορά, κολοκύθα σούπα, κολοκύθα ελούντα, κολοκύθα καλλιέργεια, κολοκύθα θρεπτική αξία, κολοκύθα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κολοκύθα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κολλώ στα βουλγαρικά - туткал, клей, пръчка, стик, тояга, клечка, незалепващо
- κολλώδης στα βουλγαρικά - лепкав, лепкава, лепкаво, лепкави, залепващата
- κολοκύθι στα βουλγαρικά - зелена тиквичка, тиквички, тиквичка, тиквичките
- κολοσσιαίος στα βουλγαρικά - колосален, колосална, колосални, огромна, колосалната
Τυχαίες λέξεις
Κολοκύθα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: тиква, тиквени, тиквено, тиквата, от тиква
Μεταφράσεις: тиква, тиквени, тиквено, тиквата, от тиква