Κολόνα στα βουλγαρικά

Μετάφραση: κολόνα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
колонка, колона, колонна, колоната, графа
Κολόνα στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κολόνα

κολόνα ή κολώνα, κολώνα του σπιτιού, η κολώνα, κολώνα ιουστινιανού, κολόνα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κολόνα στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • κολπικός στα βουλγαρικά - влагалищен, вагинално, вагинален, вагинална, вагиналната
  • κολυμπώ στα βουλγαρικά - плувам, плавания, плуване, плуват, плува, поплувате
  • κολύμπι στα βουλγαρικά - плуване, плувен, басейн, плувния
  • κομήτης στα βουλγαρικά - комета, Comet, кометата, Комет
Τυχαίες λέξεις
Κολόνα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: колонка, колона, колонна, колоната, графа