Κολόνα στα ουκρανικά

Μετάφραση: κολόνα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
колона, графа, грабування, опертя, опора, стовп, шпальту, колонка, стовпчик
Κολόνα στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κολόνα

κολόνα ή κολώνα, κολώνα του σπιτιού, η κολώνα, κολώνα ιουστινιανού, κολόνα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κολόνα στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • κολπικός στα ουκρανικά - вагінальний, вагинальний
  • κολυμπώ στα ουκρανικά - поплисти, плавати, перепливіть
  • κολύμπι στα ουκρανικά - плавання, запаморочення, головокружіння
  • κομήτης στα ουκρανικά - комета
Τυχαίες λέξεις
Κολόνα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: колона, графа, грабування, опертя, опора, стовп, шпальту, колонка, стовпчик