Κονκάρδα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κονκάρδα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
розетка, кокарда
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κονκάρδα
κονκάρδα διαφημιστική, κονκάρδα στα αγγλικά, κονκάρδα συνεδρίου, κονκάρδα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κονκάρδα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κονδύλωμα στα βουλγαρικά - мазол, брадавица, брадавици, брадавиците, брадавицата, участък с брадавици
- κονιάκ στα βουλγαρικά - коняк, Коняци, Cognac, коняка
- κονσέρβα στα βουλγαρικά - калай, калаен, ламарина, калаено, на калай
- κοντά στα βουλγαρικά - почти, близо, близост, тясно, в близост, близък
Τυχαίες λέξεις
Κονκάρδα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: розетка, кокарда
Μεταφράσεις: розетка, кокарда