Κονκάρδα στα ολλανδικά

Μετάφραση: κονκάρδα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
wapen, kokarde, cockade, kokarde van, De kokarde, De kokarde van
Κονκάρδα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κονκάρδα

κονκάρδα διαφημιστική, κονκάρδα στα αγγλικά, κονκάρδα συνεδρίου, κονκάρδα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κονκάρδα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κονδύλωμα στα ολλανδικά - wrat, wratten, wart, van wratten, wrat te
  • κονιάκ στα ολλανδικά - cognac, brandy, vuurwater, brandewijn, de cognac, van Cognac
  • κονσέρβα στα ολλανδικά - tin, blikken, tinnen, blik, blikje
  • κοντά στα ολλανδικά - zowat, nabij, naast, toedoen, schier, welhaast, aangrenzend, ...
Τυχαίες λέξεις
Κονκάρδα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: wapen, kokarde, cockade, kokarde van, De kokarde, De kokarde van